Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΤΑ ΓΡΑΜΜΕΝΑ

Αχ! Της μοίρας τα γραμμένα
Ποιός μπορεί να τα ξεγράψει
Και τα σχέδια που κάνει
Ποιός μπορεί να της τ΄αλλάξει....
                Οδηγώντας το μικρό μου αυτοκίνητο, ερχόμουν για να σε συναντήσω.
Πόσο πιό γρήγορα αλήθεια τρέχει το μυαλό απο το σώμα....
                Με την σκέψη μου ήμουν κιόλας κοντά σου, με πήρες αγκαλιά, σε φίλησα τρυφερά για καλωσόρισμα, ακουσα την φωνή σου να με λέει «αγάπη μου»,  αισθάνθηκα τα χείλη σου στις ρίζες των μαλλιών μου να ψυθιρίζουν Σ ΑΓΑΠΩ....
                Λίγα χιλιόμετρα μας χώριζαν, μόνο λίγα χιλιόμετρα!!!
                Ένας μήνας, είχε περάσει ένας ολόκληρος μήνας που ειχαμε βρεθεί μακρυά ο ένας απο τον άλλον και ήταν η πρώτη φορά....
                Τον διάλογο μας τον είχα ετοιμάσει κιόλας στην σκέψη μου
«Πόσο μου έλειψες.....»
«Και μένα μωρό μου, δεν έβλεπα την ώρα να βρεθώ κοντά σου, να σε σφίξω στην αγκαλιά μου..»
«Υπόσχεση! Δεν θα ξαναχωρίσουμε»
«Υπόσχεση! Δεν θα ξαναφύγω χωρίς εσένα.»
                Έφτασα πρώτη, περίμενα, κοίταζα γύρω  δεν φαινόσουν. Αναψα τσιγάρο, και δεύτερο..... Μια ώρα!  Μιάμιση ώρα! Το κινητό σου απενεργοποιημένο... Αγωνία που όλο μεγάλωνε καθώς περνούσε η ώρα....
                Δεν ήρθες ποτέ στο ραντεβού μας αυτό, γιατί έτσι το θέλησε η μοίρα...
Όμως αυτή η απραγματοποίητη συνάντηση που έζησα με την σκέψη έμεινε ζωντανή στην μνήμη μου , δεν έσβησε ποτέ στο πέρασμα του χρόνου....
 Λές και έγινε!!!!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Πειραιάς δεκαετία 50-60 (αναμνήσεις)

ΟΤΑΝ Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟ Οι αναμνήσεις είναι η μεγάλη μου αδυναμία, μου αρέσει να τις αναμοχλεύω και να τις ζω πάλι από την αρχή σαν παραμύθι.             Σήμερα ξέθαψα την φτώχεια που συνάντησε τον πλούτο κάπου στην δεκαετία του 50-60. Πασαλιμάνι, βόλτα στην παραλία!!!             Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πειραιά στα στενά του Πασαλιμανιού, Προμηθέα, Ευαγγελίστρια, προφήτη Ηλία, Καστέλα. Εκεί έζησα τα παιδικά μου χρόνια, εκεί ένιωσα τα πρώτα ερωτικά χτυποκάρδια.             Το σπίτι μου ένα παλιό διώροφο στην οδό Βούλγαρη με χαγιάτι και μια μεγάλη αυλή στρωμένη με πλάκες  σε ακανόνιστο σχήμα, όλα τα γύρω σπίτια ήταν χαμηλά  με παράθυρα στον δρόμο, ένα ξεχώριζε μόνο τριώροφο με μπαλκόνι και θυμάμαι την ιδιοκτήτριά του για να την ξεχωρίζουν την έλεγαν «η μπαλκονού»              Ο δρόμος μου, μου φαινόταν φαρδύς και μεγάλος, το πεζοδρόμια τεράστιο. Πάνω σ αυτό ζωγραφίζαμε με κιμωλία έξι τετράγωνα και παίζαμε κουτσό ή ή σχεδιάζαμε κύκλους σε σχήμα σαλιγκαριού και

ΟΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ

    ΟΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ….. Η Όλγα άνοιξε το κινητό της πάτησε το πλήκτρο ΜΗΝΥΜΑΤΑ και άρχισε να σχηματίζει τις λέξεις  « 0 ΤΑΝ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ…. » αποφασιστικά έκλεισε πάλι το καπάκι. - Όχι ! είπε, δεν μπορώ, σαν να μιλούσε σε κάποιον.  Και πραγματικά μιλούσε. Η μάλλον παραμιλούσε δέκα ημέρες τώρα με τον εαυτό της, με την συνείδησή της, με το παρελθόν της… To όνειρο…, αχ! αυτό το όνειρο είχε αναστατώσει την ζωή της, είχε ταράξει την ψυχική της ισορροπία. Πόσα χρόνια αλήθεια πίσω, την είχε γυρίσει …Έκανε έναν πρόχειρο υπολογισμό. Τριάντα πέντε χρόνια.!   Ήταν μαθήτρια εκείνη την εποχή στην Τρίτη γυμνασίου. Ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός και η Όλγα είχε συνηθίσει στις συνεχείς μετακινήσεις από μικρό παιδί. Στο δημοτικό σχολείο, τις πρώτες τρεις τάξεις ήταν στην Λάρισα. Όταν ήρθε η μετάθεση του  αναγκάστηκε να αφήσει την γειτονιά της, το σπίτι της, τις συνήθειές της, κάθε τι που είχε αγαπήσει, να αποχωριστεί τις φίλες της. Έκλαψε, πληγώθηκε, υποσχέθηκαν να αλληλογρα

Η ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΥΦΕΤΟ (ΔΙΗΓΗΜΑ)

                                                 ΤΟ ΚΟΥΦΕΤΟ     Η Σουλτάνα απο τα νεανικά της χρόνια είχε πολλά χαρίσματα, καφετζού, χαρτορίχτρα, ξεματιάστρα, προξενίτρα, γιάτρισσα. Τίποτα δεν ξέφευγε της προσοχής της και οι συνταγές της αλάνθαστες. Το χωριό της είχε απόλυτη εμπιστοσύνη και η φήμη της είχε φτάσει και στα άλλα χωριά. Πολλές κοπελιές και κυράδες ερχόνταν με το κουπάκι του καφέ παραμάσχαλα για να μάθουν την μοίρα τους, να την παρακαλέσουν για κανένα προξενιό για τις ίδιες ή για τα παιδιά τους. Η Σουλτάνα δεν χαλούσε ποτέ χατήρι σε κανέναν. Της άρεσε να βοηθάει όποιον είχε την ανάγκη της.    Είχε μεγαλώσει με την γιαγιά της την πολίτισσα που είχε και το όνομά της. Οι γονείς της  την άφησαν στα χέρια της γιαγιάς πολύ μικρή κι έφυγαν μετανάστες στη Γερμανία. Κάθε καλοκαίρι τους έβλεπε μοναχά η μικρή Σουλτάνα. Τους λαχταρούσε, της έλειπαν, μα η μεγάλη της αδυναμία ήταν η γιαγιά της. Όταν ξεπετάχτηκε και οι γονείς της αποφάσισαν να την πάρουν κοντά τους, εκεί